Κυλούσε αργά αργά και βασανιστικά ο καιρός της κρίσης, της
λιτότητας, της στέρησης του αέρα και του «χαμόγελου από τα χείλη» και μου έκανε
εντύπωση που ο πηγαία απείθαρχος Έλληνας έμενε όλο αυτό το διάστημα με σκυμμένο
κυρίως το κεφάλι να περιμένει «τους βαρβάρους σαν έλθουν να νομοθετήσουν». Ώσπου
ήρθε – όχι βέβαια πάλι η τριανδρία των βαρβάρων, αλλά – το βράδυ της 25ης
Ιανουαρίου, για να καταλάβουμε όλοι ότι είχαμε βρει τρόπο να σηκωθούμε και να
ξεσηκώσουμε.
Τον ψήφισαν τον Αλέξη. Άλλοι με σιγουριά, άλλοι με δυσπιστία
και δισταγμό, άλλοι με αγανάκτηση, άλλοι με φόβο και πάθος, άλλοι με ελπίδα. Τι
κι αν η ομιλία του στα Προπύλαια το ίδιο βράδυ μάς πήγε πίσω σε παλιές – αλλά
καθόλου ξεχασμένες – εποχές εξόφθαλμου λαϊκισμού, δημαγωγίας και καταλυτικής πόρωσης στη
χώρα. Τι κι αν συνειρμικά μάς θύμισε τον ταλαντούχο Dr. Zivago και μας έκανε για μια στιγμή να γυρίσουμε και να πούμε στα
νήπια παιδιά μας «συγγνώμη, αλλά δεν μπορούσα να κάνω αλλιώς..., «συγγνώμη, ξέρω,
γιατί κι εγώ πλήρωσα τα λάθη της μαμάς και του μπαμπά μου». Τι κι αν πέρασαν από το μυαλό μας όλα αυτά
άθελά μας, δε νομίζω ότι υπήρξε άνθρωπος πατριώτης που, βλέποντας ξαφνικά τι
είχε συμβεί, να μην αναθάρρησε. Και εν μία νυκτί άλλαξαν όλα.
Με συζήτηση και ψύχραιμη σκέψη καταλάβαμε ότι δε θα ζούσαμε
πάλι το ’81 - «μου ξανάρχονται ένα ένα χρόνια δοξασμένα». Ότι δε θα γινόμασταν
πάλι ένα «Κηφηνείον, Η Ωραία Ελλάς», όπως το εννοούσε ο Καργάκος. Δε μας
παίρνει πια – και ευτυχώς – να γίνουμε έτσι. Άλλωστε ο ΣΥΡΙΖΑ δεν είναι ΠΑΣΟΚ.
Αφού, λοιπόν, το καταλάβαμε αυτό, κάτσαμε στις σέζλονγκ μας να το απολαύσουμε
το αεράκι της ελευθερίας, της δημοκρατίας και της αντίστασης που φύσηξε αμέσως.
Σίγουρα κάτσαμε όλοι; Ή μήπως αυτός ο λαός, για τον οποίο
για μια στιγμή νοιώσαμε περηφάνια, άρχισε πάλι να «τρώγεται», αποδεικνύοντας περίτρανα
ότι ναι, είναι λαός «δημολάκων»;...
... Είναι ολοφάνερο. Ανήκεις σε ένα λαό «δημολάκων». Η περιπέτειά σου μπορεί να γίνει παραβολή. Η παραβολή «του πηγαδιού». Άφησέ με να στη διηγηθώ:
... Είναι ολοφάνερο. Ανήκεις σε ένα λαό «δημολάκων». Η περιπέτειά σου μπορεί να γίνει παραβολή. Η παραβολή «του πηγαδιού». Άφησέ με να στη διηγηθώ:
Είσαι επί πολύ καιρό σ’ ένα πηγάδι, βαθύ, υγρό και
θεοσκότεινο μαζί και μ’ άλλους. Πέσατε, σας ρίξανε, δεν έχει σημασία. Κι είναι
ανάμεσά σας κάποιοι που τους άφησες ν’ αποφασίζουν και να φροντίσουν πώς θα
βγείτε απάνω. Αλλά οι αρχηγοί σου δεν κάνουν και μεγάλα πράγματα να βγείτε από
κει μέσα. Πάνε μόνο και παζαρεύουνε την επιβίωσή σου για λίγο ακόμη, τα
συμφωνούν με τα κεφάλια που προβάλλουν κάθε τόσο στο ξέφωτο του πηγαδιού. Από αυτό
το ξέφωτο, το δαχτυλίδι του πηγαδιού, βλέπεις κομματάκι ουρανό. Σου λένε «όπου
να ’ναι βγαίνουμε», πλάθουν ιστορίες επιτυχίας του σχεδίου, αλλά εσύ βλέπεις
μόνο ψίχουλα να πέφτουν. Για κάθε ψίχουλο που σου πετούν για να επιβιώσεις σου
κόβουν κι από ένα δάχτυλο. Κι εσύ κάποια στιγμή βαριέσαι τούτα τα εγκλήματα,
ξεμένεις κι από δάχτυλα, σου μένει μόνο η ελπίδα να κάνεις κάτι να βγεις αλλιώς
απ’ το πηγάδι. Κι εκλέγεις άλλους αρμόδιους μπας και ζήσεις τ’ όνειρο. Μπράβο σου
που σήκωσες κεφάλι!
Πάνε λοιπόν οι νέοι αρμόδιοι να κάνουν τα παζάρια. Τα κάνουν
όπως σου είπανε κι όπως άλλωστε το θέλησες. Μα εσύ, αντρειωμένος τόσο καιρό στη
φενάκη και το φόβο, συνηθισμένος να ζεις με ψίχουλα και μες στις ακαθαρσίες σου,
κάνεις πίσω! Τίποτε δε σ’ αρέσει, με τίποτε δεν είσαι ικανοποιημένος. Διχάζεσαι,
ταράζεσαι και τάσσεσαι πάλι δίπλα σε εκείνους που καιροφυλαχτούν, που περιμένουν
το στραβοπάτημα να πουν «τα ’λεγα εγώ» και να χριστούν σωτήρες.
Μα δεν το βλέπεις; Ένα σου βήμα πίσω τώρα θα σημάνει τον ολικό
σου ακρωτηριασμό. Αν όμως συνεχίσεις μπρος και στηρίξεις την αλλαγή και την
απόφαση που πήρες λίγο πριν μπορεί και να κερδίσεις. Στη μια περίπτωση τα
χάνεις όλα, στη δεύτερη έχεις μισές πιθανότητες να μείνεις για πάντα στο πηγάδι,
αλλά και μισές να αναδυθείς.
Εμάς τους Έλληνες «ζάφτι» δε μας έκαναν και δε θα μας
κάνουνε ποτέ. Αργά ή γρήγορα βρίσκουμε τρόπο κι ανασταινόμαστε και «ξανά προς τη δόξα τραβάμε». «Με τα τέσσερα», μάλιστα, που λένε. Κινάμε έτσι μπροστά με ατίθασο κεφάλι «τσινιάρικης φοράδας», αλλά... με σώμα ποντικού και με ουρά φιδιού. Σαν κι εκείνα τα μυθικά
τέρατα των προγόνων μας. Όπως το είπα απέξω απέξω και πριν, είμαστε ένας ηλίθιος λαός καταχανάδων.
(καταχανάς = βρικόλακας, εδώ: δημόλακας)
(καταχανάς = βρικόλακας, εδώ: δημόλακας)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου