Εντύπωση προκαλεί το γεγονός ότι το τόσο παραγνωρισμένο ρεμπέτικο τραγούδι, που πρωτοεμφανίστηκε στα τέλη του 19ου αιώνα στα παράλια της Μικράς Ασίας και άκμασε τους χρόνους 1930-1955 στα λιμάνια των ελληνικών πόλεων, όπου ενδημούσε η εργατική τάξη, με τη συμβολή της μουσικής κουλτούρας των ξεριζωμένων προσφύγων, εξακολουθεί ακόμα και σήμερα να τέρπει και να αποκτά θιασώτες εκ των οποίων πολλοί είναι στην ηλικία νέοι.
Παρόλο που η αισθητική του αξία έχει συχνά αμφισβητηθεί, κυρίως γιατί αντλεί ένα μέρος της θεματικής του από τον τρόπο ζωής των παρανόμων της εποχής που το δημιούργησε, στους κύκλους των οποίων μάλιστα τύχαινε να ανήκουν και πολλοί από τους επώνυμους δημιουργούς, από φιλολογική και ιστορική άποψη είναι ένα σπουδαίο αντικείμενο μελέτης. Κι αυτό όχι μόνο γιατί αποτελεί τη φυσική εξέλιξη και συνέχεια του ανεκτίμητου σε πολιτισμική αξία δημοτικού τραγουδιού, αλλά κυρίως διότι εκφράζει τις λαϊκές λαχτάρες, τη συλλογική λαϊκή ψυχή της περιόδου του Μεσοπολέμου και του εθνικοαπελευθερωτικού αγώνα και συνιστά ένα ανόθευτο λαϊκό δημιούργημα.
Με δυο λόγια, το ρεμπέτικο τραγούδι είναι η φωνή του λαού που επαναστατεί, που αρνείται, που καταγγέλλει. Ρεμπέτης, άλλωστε, είναι ο ρέμπελος, όχι ο νωθρός και ακαμάτης που έφτασε να σημαίνει ο όρος, αλλά ο επαναστάτης. Η οικονομική κρίση, η εξαθλίωση, η φτώχεια, η κοινωνική αδικία, ο αγώνας για αποτίναξη του φασισμού, όλα εν γένει τα κοινωνικά φαινόμενα που αποτυπώνονται στους ρεμπέτικους στίχους ξαναζωντανεύουν σήμερα. Πώς, λοιπόν, να μη θεωρήσουμε το ρεμπέτικο τραγούδι πιο επίκαιρο τώρα από ποτέ;
Παρόλο που η αισθητική του αξία έχει συχνά αμφισβητηθεί, κυρίως γιατί αντλεί ένα μέρος της θεματικής του από τον τρόπο ζωής των παρανόμων της εποχής που το δημιούργησε, στους κύκλους των οποίων μάλιστα τύχαινε να ανήκουν και πολλοί από τους επώνυμους δημιουργούς, από φιλολογική και ιστορική άποψη είναι ένα σπουδαίο αντικείμενο μελέτης. Κι αυτό όχι μόνο γιατί αποτελεί τη φυσική εξέλιξη και συνέχεια του ανεκτίμητου σε πολιτισμική αξία δημοτικού τραγουδιού, αλλά κυρίως διότι εκφράζει τις λαϊκές λαχτάρες, τη συλλογική λαϊκή ψυχή της περιόδου του Μεσοπολέμου και του εθνικοαπελευθερωτικού αγώνα και συνιστά ένα ανόθευτο λαϊκό δημιούργημα.
Με δυο λόγια, το ρεμπέτικο τραγούδι είναι η φωνή του λαού που επαναστατεί, που αρνείται, που καταγγέλλει. Ρεμπέτης, άλλωστε, είναι ο ρέμπελος, όχι ο νωθρός και ακαμάτης που έφτασε να σημαίνει ο όρος, αλλά ο επαναστάτης. Η οικονομική κρίση, η εξαθλίωση, η φτώχεια, η κοινωνική αδικία, ο αγώνας για αποτίναξη του φασισμού, όλα εν γένει τα κοινωνικά φαινόμενα που αποτυπώνονται στους ρεμπέτικους στίχους ξαναζωντανεύουν σήμερα. Πώς, λοιπόν, να μη θεωρήσουμε το ρεμπέτικο τραγούδι πιο επίκαιρο τώρα από ποτέ;